Zέστη, πολλή ζέστη, βεντάλιες ανοιχτές, μπουκάλια με νερό που αδειάζουν και μειώνουν τη θερμοκρασία του εγκεφάλου και ένα Ηρώδειο που αρχίζει να γεμίζει αναμένοντας τον Gregory Porter και την μπάντα του στην πρώτη εμφάνιση τους στην Ελλάδα. Παρατηρούσα τον κόσμο. Ηλικίες από 70 έως 4 ετών και αναρωτιόμουν τι αλήθεια περιμένουμε από αυτόν τον βαρύτονο, καλόκαρδο γίγαντα; Σκέφτομαι πως αν ήταν πρωταγωνιστής σε παραμύθι θα ήταν αυτός που θα έσωζε το ταλανισμένο από φόβο και μίσος χωριό, με την υπερδύναμή του να είναι η αγάπη και το νοιάξιμο που παράγεται από την φωνή του. Συνδέοντας αυτές τις σκέψεις θυμάμαι πως ανατράφηκε από μητέρα η οποία ήταν ιερέας στην Καλιφόρνια. Άκουγε τους δίσκους της και γνώρισε την αλληλεγγύη και την έμπρακτη συνεισφορά στους ανήμπορους συνανθρώπους του από πολύ μικρός. Εκεί όμως ήταν που «συναντήθηκε» και με την μουσική του Night King Cole και άρχισε δειλά δειλά να τον μιμείται για να τραγουδάει. Η μητέρα του πεθαίνει στα 21 του χρόνια, με τις τελευταίες τις κουβέντες προς αυτόν να είναι “Sing baby! Sing”! Χαρισματικός ως αθλητής παίρνει υποτροφία στο πανεπιστήμιο όπου και γνώρισε τον σαξοφωνίστα και συνθέτη Kaman Kenyatta, ο οποίος, έγινε ο μέντοράς του και τον οδήγησε σε νέους καλλιτεχνικούς δρόμους, κατακτώντας στο Broadway τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο γνωστό μιούζικαλ “It Ain’t Nothin’ But the Blues”.
Είδαμε για πρώτη φορά στο Ηρώδειο τον Gregory Porter – ”The Revival Voice” χωρίς τεχνάσματα και φτιασίδια
Ψυχική ενδυνάμωση, φως, καλοσύνη, όλα παράγονται από την καρδιά του. Πηγαίνουν στους πνεύμονες, έπειτα στις φωνητικές του χορδές και από εκεί στο γαλήνιο και καλοκάγαθο πρόσωπό του

