Αυτή (ευτυχώς) δεν είναι άλλη μια μουσική βιογραφία. Σας παραξενεύει που χρησιμοποίησα το «ευτυχώς» ακόμα και σε παρενθετικά και θα σας εξηγήσω άμεσα το γιατί. Συνήθως εμείς οι άνθρωποι που γράφουμε για την μουσική είμαστε αυτοματοποιημένοι στο να ακούμε τις ιστορίες των καλλιτεχνών. Να ψάχνουμε τον στίχο, να ερμηνεύουμε βάσει των δικών μας εμπειριών και θέλω το νόημά τους, σχεδόν άμεσα, όσο κρατάει μια αφήγηση πάνω σε μέτρα και συνθέσεις. Το διάβασμα λοιπόν χρειάζεται αφενός υπομονή και αφετέρου προσοχή. Σε μια εποχή που το κύριο χαρακτηριστικό της είναι η διάσπαση προσοχής και οι ιλιγγιώδεις ταχύτητες της, πραγματικά θαυμάζω αυτούς που καταφέρνουν να διαβάσουν έστω και ένα βιβλίο τον χρόνο. Και αυτό το λέει ένας άνθρωπος που η διάσπαση προσοχής του χτύπησε την πόρτα “before it was cool”!
Για πάμε όμως στα σημαντικά…. Τόση ώρα σας μιλάω για την βιογραφία του φοβερού και τρομερού Dave Grohl, το μέλος των Nirvana και τον ιδρυτή των Foo Fighters. Επόμενη κίνηση όσο γράφω το κείμενο αυτό, ξέρετε ότι είναι να πατήσω το play στο Spotify. Έχω μόνο κάποιες μικρές στιγμές από τραγούδια τους στο μυαλό μου. Και δεν θα γινόταν άλλωστε διαφορετικά ένα pop κορίτσι με μια black music καρδιά να έχει ακούσει πολύ Foo Fighters. To “Everlong” γεμίζει τον χώρο με ηλεκτρισμό και εγώ μαζεύω γρήγορες πληροφορίες για τον Dave, με τον οποίο σκέφτομαι ήδη ότι πίνουμε μπίρες σε κάποιο επαρχιακό μπαρ.
Γεννημένος τον Γενάρη του ’69 στην Αμερική στα 17 του συμμετείχε στο punk rock γκρουπ Scream και το 1990 έγινε ο ντράμερ των Nirvana. Το 1991 κάνει επίσημα την εμφάνιση του στο δεύτερο θρυλικό άλμπουμ της μπάντας “Nevermind”. Mετά την αυτοκτονία του Kurt Cobain το 1994, δημιουργεί τους Foo Fighter αρχικά σαν solo project και έπειτα στήνει μια full band εμπειρία για το ακροατήριο, με την οποία περιοδεύει. Η μπάντα πια έχει 11 ολοκληρωμένα άλμπουμ και μια απίστευτη πορεία!
Ωραία φτάνει με την κονσέρβα πληροφορίας. Κοιτάζω το βιβλίο, διαβάζω τον τίτλο, «Συλλέκτης Στιγμών», ο πρωτότυπος τίτλος είναι “Tales of Life and Music”. Αμφιταλαντεύομαι για το ποιο προτιμώ περισσότερο μιας και οι δύο περιέχουν κάτι περίεργα γλυκό και μαλακό για ένα πολύ ροκ τύπο. Διαβάζω τις αφιερώσεις. Όλα γυναικεία ονόματα. Μα ποιες να είναι όλες αυτές οι γυναίκες. Η ανυπομονησία μου, η διάσπαση και η δυσλεξία, κάνουν ένα ωραίο κοκτέιλ στο μυαλό μου και ξεκινάω να διαβάζω από το τέλος του βιβλίου! Προφανώς και δεν καταλαβαίνω τίποτα οπότε επιλέγω τον ορθόδοξο τρόπο ανάγνωσης. Το spotify σε εναλλαγή με τα ερτζιανά. Μετά από ένα τέταρτο και ενώ έχω μάθει πώς ξεκίνησε να παίζει ντραμς η φωνή του Jose James με αποσυντονίζει για λίγο, ενώ ήδη έχω σημειώσει με μολύβι αρκετές mellow φράσεις! Ο τρόπος που μιλάει για μια από τις κόρες του είναι τόσο κανονικά και άφιλτρα πατρικός….! Άξια αναφοράς είναι η μετάφραση του Πάνου Τομαρά αλλά και η επιμέλεια του Δημήτρη Αλεξάκη.
Συνειδητοποιώ πως το βιβλίο με έχει πιάσει για τα καλά από την εισαγωγή του, τις οποίες εισαγωγές σιχαίνομαι από τα μαθητικά μου χρόνια. Το τηλέφωνο με διακόπτει, βλέπω την ώρα σκέφτομαι ότι θα αργήσω πολύ στο ραντεβού μου. Αποθηκεύω τις σημειώσεις μου και κλείνω το laptop. Συνεχίζω να σκέφτομαι τη συνέχεια και μέσα στον συρμό θυμάμαι πως το έχω και σε ηλεκτρονική μορφή. Και κάπου εκεί μου βάζω μια κάπα σούπερ χίρο και γίνομαι ξαφνικά μια από αυτούς τους ήρωες (στα μάτια μου) που καταφέρνουν να διαβάζουν στο μετρό. Kαι όχι μόνο αυτό, η διαταραχή μου με κάνει να επισημαίνω με bold ό,τι κάνει την καρδιά μου να γελάει και να συγκινείται. Το βιβλίο έχει μέσα φοβερές ιστορίες και τώρα καταλαβαίνω γιατί το περιοδικό Variety και η εφημερίδα ΝΜΕ το ανάδειξαν ως ένα από τα καλύτερα μουσικά βιβλία της χρονιάς.
Προφανώς σας το προτείνω ανεπιφύλακτα γιατί είναι ένα βιβλίο των απανταχού μουσικόφιλων πέρα από είδη και άκαρπους διαχωρισμούς ειδών. Μέσα στις σελίδες του θα βρείτε κιλά μουσικής, θα συγκινηθείτε, θα χαρείτε, θα ταυτιστείτε με τον τρόπο σας. Θέλω να κλείσω το κείμενο μου με τα λόγια του Dave με τα οποία ταυτίστηκα περισσότερο και ναι ήταν στην εισαγωγή…:
«Από μικρός δεν υπολόγιζα τον χρόνο με βάση τους μήνες ή τα χρόνια, αλλά έπαιρνα σαν αναφορά τα διάφορα μουσικά στοιχεία της κάθε περιόδου της ζωής μου. Το μυαλό μου ανατρέχει σε τραγούδια, σε άλμπουμ και σε συγκροτήματα όποτε θέλω να θυμηθώ μια συγκεκριμένη εποχή ή ένα συγκεκριμένο μέρος. Από τις ραδιοφωνικές εκπομπές της δεκαετίας του ’70 μέχρι το κάθε μικρόφωνο που έχω σταθεί μπροστά του, μπορώ να σας πω ποιος, τι, πού και πότε μόλις ακούσω τις πρώτες νότες οποιουδήποτε τραγουδιού έχει διεισδύσει ποτέ στην ψυχή μου από κάποιο ηχείο. Ή από την ψυχή μου στα δικά σας ηχεία. Το μνημονικό κάποιων ανθρώπων ενεργοποιείται από γεύσεις, από εικόνες ή από μυρωδιές. Το δικό μου ενεργοποιείται από τον ήχο, σαν μια ημιτελή κασέτα επιλογών που περιμένει να σταλεί στον αποδέκτη της».